- σίδη
- Όνομα αρχαίων πόλεων.
1. Αρχαιότατη πόλη και λιμάνι της Πελοποννήσου στη Λακωνία, μετά το ακρωτήριο Μαλέα. Σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες του Παυσανία πήρε το όνομά της από μια Δαναΐδα, προς τιμή της οποίας ιδρύθηκε. Ταυτίζεται με το σημερινό χωριό Άγιος Γεώργιος, που είναι χτισμένο στους νοτιοανατολικούς πρόποδες του βουνού Λαχανάς.
2. Πόλη της Παμφυλίας, αποικία των Κυμαίων, σπουδαίο εμπορικό και ναυτικό κέντρο.
* * *η, ΝΑ, και σίθδη και δωρ. τ. σίβδα και βοιωτ. τ. σίδα και σιδέα, Ανεοελλ.γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών τής οικογένειας μαλβίδες τής τάξης μαλβώδη, με 200 περίπου είδη που φύονται στην Αφρική, στην Αμερική και στην Αυστραλίααρχ.1. το φυτό ροδιά, καθώς και ο καρπός του2. ποώδες και υδροχαρές φυτό, το οποίο ευδοκιμούσε στον Ορχομενό τής Βοιωτίας.[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται, κατά την επικρατέστερη άποψη, για δάνεια λ. Η άποψη αυτή επιβεβαιώνεται τόσο από τη σημ. τής λ. (πρβλ. ονόματα φυτών) όσο και από τη μορφολογική της ποικιλία (πρβλ. ξίμβαι). Υπάρχει, ωστόσο, και η άποψη ότι η λ. προέρχεται από τον τ. *sida «κόκκινος» τού προελλ. γλωσσ. υποστρώματος (πρβλ. σίδηρος)].
Dictionary of Greek. 2013.